Στη wikipedia βρήκαμε μια πολύ καλή συνοπτική ιστορία του κινηματογράφου (αγγλικά): https://en.wikipedia.org/wiki/History_of_film
Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016
Alfred Hitchcock
Περισσότερες πληροφορίες: https://en.wikipedia.org/wiki/Alfred_Hitchcock
Sir Alfred Joseph Hitchcock, KBE (13 August 1899 – 29 April 1980) was an English film director and producer, often nicknamed "The Master of Suspense". He pioneered many elements of the suspense and psychological thriller genres. He had a successful career in British cinema with both silent films and early talkies and became renowned as England's best director. Hitchcock moved to Hollywood in 1939 and became a US citizen in 1955.
Over a career spanning half a century, Hitchcock fashioned for himself a recognisable directorial style. His stylistic trademarks include the use of camera movement that mimics a person's gaze, forcing viewers to engage in a form of voyeurism. In addition, he framed shots to maximise anxiety, fear, or empathy, and used innovative forms of film editing. His work often features fugitives on the run alongside "icy blonde" female characters. Many of Hitchcock's films have twist endings and thrilling plots featuring depictions of murder and other violence. Many of the mysteries, however, are used as decoys or "MacGuffins" that serve the films' themes and the psychological examinations of their characters. Hitchcock's films also borrow many themes from psychoanalysis and sometimes feature strong sexual overtones. He became a highly visible public figure through interviews, movie trailers, cameo appearances in his own films, and the ten years in which he hosted the television program Alfred Hitchcock Presents. In 1978, film critic John Russell Taylor described Hitchcock as "the most universally recognizable person in the world", and "a straightforward middle-class Englishman who just happened to be an artistic genius."
Hitchcock directed more than fifty feature films in a career spanning six decades and is often regarded as the greatest British filmmaker. He came first in a 2007 poll of film critics in Britain's Daily Telegraph, which said: "Unquestionably the greatest filmmaker to emerge from these islands, Hitchcock did more than any director to shape modern cinema, which would be utterly different without him. His flair was for narrative, cruelly withholding crucial information (from his characters and from viewers) and engaging the emotions of the audience like no one else." Prior to 1980, there had long been talk of Hitchcock being knighted for his contribution to film, with film critic Roger Ebert writing: "Other British directors like Sir Carol Reed and Sir Charlie Chaplin were knighted years ago, while Hitchcock, universally considered by film students to be one of the greatest filmmakers of all time, was passed over", before he received his knighthood from Queen Elizabeth II in the 1980 New Year Honours. In 2002, the magazine MovieMaker named Hitchcock the most influential filmmaker of all time.
Sir Alfred Joseph Hitchcock, KBE (13 August 1899 – 29 April 1980) was an English film director and producer, often nicknamed "The Master of Suspense". He pioneered many elements of the suspense and psychological thriller genres. He had a successful career in British cinema with both silent films and early talkies and became renowned as England's best director. Hitchcock moved to Hollywood in 1939 and became a US citizen in 1955.
Over a career spanning half a century, Hitchcock fashioned for himself a recognisable directorial style. His stylistic trademarks include the use of camera movement that mimics a person's gaze, forcing viewers to engage in a form of voyeurism. In addition, he framed shots to maximise anxiety, fear, or empathy, and used innovative forms of film editing. His work often features fugitives on the run alongside "icy blonde" female characters. Many of Hitchcock's films have twist endings and thrilling plots featuring depictions of murder and other violence. Many of the mysteries, however, are used as decoys or "MacGuffins" that serve the films' themes and the psychological examinations of their characters. Hitchcock's films also borrow many themes from psychoanalysis and sometimes feature strong sexual overtones. He became a highly visible public figure through interviews, movie trailers, cameo appearances in his own films, and the ten years in which he hosted the television program Alfred Hitchcock Presents. In 1978, film critic John Russell Taylor described Hitchcock as "the most universally recognizable person in the world", and "a straightforward middle-class Englishman who just happened to be an artistic genius."
Hitchcock directed more than fifty feature films in a career spanning six decades and is often regarded as the greatest British filmmaker. He came first in a 2007 poll of film critics in Britain's Daily Telegraph, which said: "Unquestionably the greatest filmmaker to emerge from these islands, Hitchcock did more than any director to shape modern cinema, which would be utterly different without him. His flair was for narrative, cruelly withholding crucial information (from his characters and from viewers) and engaging the emotions of the audience like no one else." Prior to 1980, there had long been talk of Hitchcock being knighted for his contribution to film, with film critic Roger Ebert writing: "Other British directors like Sir Carol Reed and Sir Charlie Chaplin were knighted years ago, while Hitchcock, universally considered by film students to be one of the greatest filmmakers of all time, was passed over", before he received his knighthood from Queen Elizabeth II in the 1980 New Year Honours. In 2002, the magazine MovieMaker named Hitchcock the most influential filmmaker of all time.

Studio publicity photo, circa 1955
Κινηματογράφος
Πηγή: http://www.wikipedia.gr/
Ο κινηματογράφος ή αλλιώς σινεμά (από Κινηματογράφος -> cinématographe -> Cinema) αποτελεί σήμερα την αποκαλούμενη και έβδομη τέχνη, δίπλα στη γλυπτική, τη ζωγραφική, το χορό, την αρχιτεκτονική, τη μουσική και τη λογοτεχνία. Αρχικά εμφανίστηκε περισσότερο ως μια νέα τεχνική καταγραφής της κίνησης και οπτικοποίησής της, όπως δηλώνει και ο ίδιος ο όρος (κινηματογράφος = κινήματα + γραφή).
Τα σημαντικότερα ίσως επιτεύγματα σχετικά με την ανάπτυξη της κινηματογραφικής τεχνικής έγιναν στα τέλη του 1880, με κυριότερο ίσως, την εφεύρεση του κινητοσκοπίου από τον Ουίλλιαμ Ντίκσον, ο οποίος εργαζόταν στα εργαστήρια του Τόμας Έντισον. Το κινητοσκόπιο, ήταν μία μηχανή προβολής, με δυνατότητα να προβάλλει την κινηματογραφική ταινία σε ένα κουτί, το οποίο ήταν ορατό μόνο από έναν θεατή, μέσω μιας οπής. Η συσκευή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά επίσημα στις 20 Μαΐου του 1891, μαζί με την πρώτη κινηματογραφική ταινία. Ο Έντισον θεωρούσε την εφεύρεση του κινητοσκοπίου ήσσονος σημασίας και ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε ώστε να προβάλλονται οι ταινίες για περισσότερους θεατές. Επιπλέον δεν κατοχύρωσε την εφεύρεση διεθνώς, με αποτέλεσμα να είναι νόμιμη η αντιγραφή και εξέλιξή της στην Ευρώπη, όπου σύντομα εμφανίστηκε ως εισαγόμενο προϊόν.
Οι πρόδρομοι του κινηματογράφου ήταν οι σκηνές ειδικού φωτισμού και τα παραπετάσματα με εντυπωσιακές σκιές που έστηναν πλανόδιοι σε λαϊκές αγορές της κεντρικής Ευρώπης. Το 1895 προβλήθηκε η πρώτη κινηματογραφική ταινία σε μορφή bioskop στο Βίντεργκαρτεν του Βερολίνου.
Στη Γαλλία, οι αδελφοί Ογκύστ και Λουί Λυμιέρ, βασιζόμενοι στο κινητοσκόπιο των Ντίκσον και Έντισον, εφηύραν τον κινηματογράφο (cinematographe) που αποτελούσε μία φορητή κινηματογραφική μηχανή, λήψεως, εκτύπωσης και προβολής του φιλμ. Στις 28 Δεκεμβρίου του 1895, έκαναν και την πρώτη δημόσια προβολή, στο Παρίσι. Η ημερομηνία αυτή αναφέρεται από πολλούς ως η επίσημη ημέρα που ο κινηματογράφος με την σημερινή του γνωστή μορφή έκανε την εμφάνισή του. Εκείνη τη δημόσια προβολή παρακολούθησαν συνολικά 35 άτομα επί πληρωμή και προβλήθηκαν δέκα ταινίες συνολικής διάρκειας περίπου δεκαπέντε λεπτών. Οι πρώτες κινηματογραφικές ταινίες ήταν μικρής διάρκειας, παρουσιάζοντας συνήθως στατικά, μία σκηνή της καθημερινότητας.
Με αφετηρία τις νέες δυνατότητες που αναδείχθηκαν, ο κινηματογράφος μετασχηματίστηκε διεθνώς σε μία δημοφιλή μορφή τέχνης, ενώ παράλληλα πολλοί κινηματογραφικοί χώροι δημιουργήθηκαν με αποκλειστικό σκοπό την προβολή ταινιών. Εκτιμάται ότι το 1908, στις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρχαν περίπου 10.000 κινηματογράφοι. Οι ταινίες της εποχής ήχαν διάρκειας δέκα έως δεκαπέντε λεπτών, αλλά σταδιακά η διάρκειά τους αυξήθηκε. Σημαντική συμβολή σε αυτό είχε ο Αμερικανός σκηνοθέτης D. W. Griffith, στον οποίο ανήκουν μερικά από τα πρώτα ιστορικά έπη του κινηματογράφου. Το 1912 (ή 1911) ο θεωρητικός χρησιμοποίησε για πρώτη φορά σε δοκίμιό του τον όρο έβδομη τέχνη για να περιγράψει τον κινηματογράφο.
Περίπου την ίδια περίοδο με την προσαρμογή του ήχου, ξεκίνησαν συστηματικές προσπάθειες για την προσθήκη χρώματος. Έγχρωμες ταινίες είχαν ήδη εμφανιστεί από τις αρχές του 20ου αιώνα, μέσω του χρωματισμού των κινηματογραφικών καρρέ με το χέρι, μέθοδος που εγκαταλείφθηκε σταδιακά, σε συνδυασμό και με την αύξηση της διάρκειας των ταινιών. Ανάμεσα στις πρώτες συνθετικές μεθόδους προσθήκης χρώματος, υπήρξε η Technicolor, η οποία τελειοποιήθηκε το 1941 (Monopack Technicolor), αν και παρέμενε ακριβή λόγω των περίπλοκων σταδίων διαχωρισμού και εμφάνισης των χρωμάτων. Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, εμφανίστηκε επιπλέον το έγχρωμο αρνητικό φιλμ της εταιρίας Eastman Kodak, το οποίο δεν απαιτούσε διαδικασία διαχωρισμού των χρωμάτων. Αν και μέχρι τη δεκαετία του 1950, η παραγωγή έγχρωμων ταινιών μειοψηφούσε, κατά τη δεκαετία του 1960 και χάρη στην ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας, ο έγχρωμος κινηματογράφος επικράτησε.
Ο κινηματογράφος ή αλλιώς σινεμά (από Κινηματογράφος -> cinématographe -> Cinema) αποτελεί σήμερα την αποκαλούμενη και έβδομη τέχνη, δίπλα στη γλυπτική, τη ζωγραφική, το χορό, την αρχιτεκτονική, τη μουσική και τη λογοτεχνία. Αρχικά εμφανίστηκε περισσότερο ως μια νέα τεχνική καταγραφής της κίνησης και οπτικοποίησής της, όπως δηλώνει και ο ίδιος ο όρος (κινηματογράφος = κινήματα + γραφή).
Ιστορία
Πρόδρομοι του κινηματογράφου
Είναι γενικά δύσκολο να αναδειχθεί ένας μοναδικός εφευρέτης του κινηματογράφου, ως τεχνική της κινούμενης εικόνας. Επιπλέον, είναι γεγονός πως επί σειρά ετών ο άνθρωπος πειραματίστηκε πάνω στην προσπάθεια απεικόνισης της κίνησης. Καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της τεχνικής του κινηματογράφου διαδραμάτισε η ανακάλυψη και διάδοση της φωτογραφίας, στα μέσα του 19ου αιώνα. Μία από τις πρώτες και ιδιαίτερα σημαντικές αναλύσεις της κίνησης με τη βοήθεια φωτογραφικής μηχανής, έγινε περίπου το 1878, όταν ο Βρετανός φωτογράφος Edward Muybridge, έχοντας καταφέρει να αναπτύξει μεθόδους διαδοχικής φωτογράφισης, απεικόνισε την κίνηση ενός αλόγου, αποδεικνύοντας τότε, πως κατά τη διάρκεια του καλπασμού του υπάρχουν στιγμές που τα πόδια του δεν έχουν επαφή με το έδαφος. Την ίδια περίπου εποχή, ο Γάλλος φυσικός Ετιέν Μαρέ κατόρθωσε να συλλάβει φωτογραφικά το πέταγμα ενός πουλιού με τη βοήθεια μιας φωτογραφικής μηχανής με τη δυνατότητα να αποτυπώνει 12 στιγμιότυπα ανά λεπτό.Τα σημαντικότερα ίσως επιτεύγματα σχετικά με την ανάπτυξη της κινηματογραφικής τεχνικής έγιναν στα τέλη του 1880, με κυριότερο ίσως, την εφεύρεση του κινητοσκοπίου από τον Ουίλλιαμ Ντίκσον, ο οποίος εργαζόταν στα εργαστήρια του Τόμας Έντισον. Το κινητοσκόπιο, ήταν μία μηχανή προβολής, με δυνατότητα να προβάλλει την κινηματογραφική ταινία σε ένα κουτί, το οποίο ήταν ορατό μόνο από έναν θεατή, μέσω μιας οπής. Η συσκευή παρουσιάστηκε για πρώτη φορά επίσημα στις 20 Μαΐου του 1891, μαζί με την πρώτη κινηματογραφική ταινία. Ο Έντισον θεωρούσε την εφεύρεση του κινητοσκοπίου ήσσονος σημασίας και ο ίδιος δεν ενδιαφέρθηκε ώστε να προβάλλονται οι ταινίες για περισσότερους θεατές. Επιπλέον δεν κατοχύρωσε την εφεύρεση διεθνώς, με αποτέλεσμα να είναι νόμιμη η αντιγραφή και εξέλιξή της στην Ευρώπη, όπου σύντομα εμφανίστηκε ως εισαγόμενο προϊόν.
Οι πρόδρομοι του κινηματογράφου ήταν οι σκηνές ειδικού φωτισμού και τα παραπετάσματα με εντυπωσιακές σκιές που έστηναν πλανόδιοι σε λαϊκές αγορές της κεντρικής Ευρώπης. Το 1895 προβλήθηκε η πρώτη κινηματογραφική ταινία σε μορφή bioskop στο Βίντεργκαρτεν του Βερολίνου.
Στη Γαλλία, οι αδελφοί Ογκύστ και Λουί Λυμιέρ, βασιζόμενοι στο κινητοσκόπιο των Ντίκσον και Έντισον, εφηύραν τον κινηματογράφο (cinematographe) που αποτελούσε μία φορητή κινηματογραφική μηχανή, λήψεως, εκτύπωσης και προβολής του φιλμ. Στις 28 Δεκεμβρίου του 1895, έκαναν και την πρώτη δημόσια προβολή, στο Παρίσι. Η ημερομηνία αυτή αναφέρεται από πολλούς ως η επίσημη ημέρα που ο κινηματογράφος με την σημερινή του γνωστή μορφή έκανε την εμφάνισή του. Εκείνη τη δημόσια προβολή παρακολούθησαν συνολικά 35 άτομα επί πληρωμή και προβλήθηκαν δέκα ταινίες συνολικής διάρκειας περίπου δεκαπέντε λεπτών. Οι πρώτες κινηματογραφικές ταινίες ήταν μικρής διάρκειας, παρουσιάζοντας συνήθως στατικά, μία σκηνή της καθημερινότητας.
Ο κινηματογράφος ως τέχνη
Ένας από τους πρώτους κινηματογραφιστές που χρησιμοποίησε την διαθέσιμη τεχνική της εποχής με σκοπό την παραγωγή ταινιών κάτω από όρους τέχνης, υπήρξε ο Ζωρζ Μελιέ, ο οποίος θεωρείται και από τους πρώτους κινηματογραφικούς σκηνοθέτες. Οι ταινίες του πραγματεύονταν θέματα από το χώρο του φανταστικού, ενώ η ταινία του Ταξίδι στη Σελήνη (Le voyage dans la lune, 1901) υπήρξε πιθανότατα η πρώτη που προσπάθησε να περιγράψει ένα ταξίδι στο διάστημα. Επιπλέον, εισήγαγε τεχνικές οπτικών εφέ, ενώ για πρώτη φορά πρόβαλε έγχρωμες ταινίες, χρωματίζοντας την κινηματογραφική ταινία (καρρέ) με το χέρι.Με αφετηρία τις νέες δυνατότητες που αναδείχθηκαν, ο κινηματογράφος μετασχηματίστηκε διεθνώς σε μία δημοφιλή μορφή τέχνης, ενώ παράλληλα πολλοί κινηματογραφικοί χώροι δημιουργήθηκαν με αποκλειστικό σκοπό την προβολή ταινιών. Εκτιμάται ότι το 1908, στις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρχαν περίπου 10.000 κινηματογράφοι. Οι ταινίες της εποχής ήχαν διάρκειας δέκα έως δεκαπέντε λεπτών, αλλά σταδιακά η διάρκειά τους αυξήθηκε. Σημαντική συμβολή σε αυτό είχε ο Αμερικανός σκηνοθέτης D. W. Griffith, στον οποίο ανήκουν μερικά από τα πρώτα ιστορικά έπη του κινηματογράφου. Το 1912 (ή 1911) ο θεωρητικός χρησιμοποίησε για πρώτη φορά σε δοκίμιό του τον όρο έβδομη τέχνη για να περιγράψει τον κινηματογράφο.
Ομιλών και έγχρωμος κινηματογράφος
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920, ο κινηματογράφος παρέμενε χωρίς ήχο (βουβός κινηματογράφος) και συχνά οι προβολές ταινιών συνοδεύονταν από ζωντανή μουσική. Η ιστορία του ηχογραφημένου κινηματογραφικού ήχου ξεκίνησε το 1926, όταν η Warner Brothers παρουσίασε μία συσκευή (Vitaphone), η οποία έδινε τη δυνατότητα αναπαραγωγής μουσικής, μέσω ενός δίσκου που συγχρονιζόταν με την μηχανή προβολής της ταινίας. Βασισμένη σε αυτή τη νέα τεχνολογία, στα τέλη του 1927, κυκλοφόρησε η ταινία The Jazz Singer, η οποία αν και κατά το μεγαλύτερο μέρος της ήταν βουβή, υπήρξε η πρώτη που περιείχε διαλόγους.Περίπου την ίδια περίοδο με την προσαρμογή του ήχου, ξεκίνησαν συστηματικές προσπάθειες για την προσθήκη χρώματος. Έγχρωμες ταινίες είχαν ήδη εμφανιστεί από τις αρχές του 20ου αιώνα, μέσω του χρωματισμού των κινηματογραφικών καρρέ με το χέρι, μέθοδος που εγκαταλείφθηκε σταδιακά, σε συνδυασμό και με την αύξηση της διάρκειας των ταινιών. Ανάμεσα στις πρώτες συνθετικές μεθόδους προσθήκης χρώματος, υπήρξε η Technicolor, η οποία τελειοποιήθηκε το 1941 (Monopack Technicolor), αν και παρέμενε ακριβή λόγω των περίπλοκων σταδίων διαχωρισμού και εμφάνισης των χρωμάτων. Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, εμφανίστηκε επιπλέον το έγχρωμο αρνητικό φιλμ της εταιρίας Eastman Kodak, το οποίο δεν απαιτούσε διαδικασία διαχωρισμού των χρωμάτων. Αν και μέχρι τη δεκαετία του 1950, η παραγωγή έγχρωμων ταινιών μειοψηφούσε, κατά τη δεκαετία του 1960 και χάρη στην ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας, ο έγχρωμος κινηματογράφος επικράτησε.
Ζωρζ Μελιές, ένας πρωτοπόρος του κινηματογράφου
Πηγή: https://el.wikipedia.org/
και στα αγγλικά εδώ: https://en.wikipedia.org/
Ο Ζωρζ Μελιές (Maries-Georges-Jean Méliès, 8 Δεκεμβρίου 1861 – 21 Ιανουαρίου 1938) ήταν Γάλλος κινηματογραφιστής, γνωστός για τις τεχνικές καινοτομίες που εισήγαγε. Θεωρείται ένας από τους πρώτους σκηνοθέτες στην ιστορία του κινηματογράφου και συνέβαλε σημαντικά στην μετεξέλιξη του από τεχνική σε μία νέα μορφή τέχνης.
Η πιο δημοφιλής ταινία του Μελιές είναι το Ταξίδι στη Σελήνη (Le voyage dans la lune), του 1902, όπου περιγράφεται κινηματογραφικά για πρώτη φορά ένα διαστημικό ταξίδι, αποτελώντας μία πρώτη μορφή ταινίας επιστημονικής φαντασίας. Ο Μελιέ φέρεται επίσης ως ο δημιουργός της πρώτης ταινίας τρόμου, Το Κάστρο του Διαβόλου (Le Manoir du Diable)
το 1896, καθώς και των πρώτων έγχρωμων ταινιών, τις οποίες κατάφερε να
δημιουργήσει χρωματίζοντας τα κινηματογραφικά καρέ με το χέρι.
Το 1897 σκηνοθέτησε και γύρισε ταινίες μικρού μήκους με θέμα την Ελλάδα, όπως η Ναυμαχία στην Ελλάδα και Σφαγές στην Κρήτη.
Το 1913, η κινηματογραφική εταιρεία που είχε ιδρύσει πτώχευσε, γεγονός που τον απομάκρυνε από τον χώρο του κινηματογράφου ενώ μεγάλο μέρος των έργων του καταστράφηκε. Η συνεισφορά του επανεκτιμήθηκε αργότερα από την ομάδα των υπερρεαλιστών ενώ το 1931 του απονεμήθηκε το Βραβείο της Λεγεώνας της Τιμής. Πέθανε το 1938 στο Παρίσι.
Από το 1946 έχει θεσμοθετηθεί στη Γαλλία η ετήσια απονομή του Βραβείου Μελιές για την καλύτερη γαλλική κινηματογραφική παραγωγή.
και στα αγγλικά εδώ: https://en.wikipedia.org/
Ο Ζωρζ Μελιές (Maries-Georges-Jean Méliès, 8 Δεκεμβρίου 1861 – 21 Ιανουαρίου 1938) ήταν Γάλλος κινηματογραφιστής, γνωστός για τις τεχνικές καινοτομίες που εισήγαγε. Θεωρείται ένας από τους πρώτους σκηνοθέτες στην ιστορία του κινηματογράφου και συνέβαλε σημαντικά στην μετεξέλιξη του από τεχνική σε μία νέα μορφή τέχνης.
Βιογραφία
Γεννήθηκε στο Παρίσι, όπου η οικογένειά του διατηρούσε υποδηματοποιείο. Πριν την ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο, ήταν θαυματοποιός και ταχυδακτυλουργός στο Θέατρο Ρομπέρ Χουντίν, πραγματοποιώντας εμφανίσεις επί σκηνής. Το ενδιαφέρον του για τον κινηματογράφο ξεκίνησε με την προβολή ταινιών από τους αδελφούς Λυμιέρ, το 1895. Ένα χρόνο αργότερα άρχισε να σκηνοθετεί ο ίδιος ταινίες, παρουσιάζοντας σε πολλές από αυτές ταχυδακτυλουργικά θεάματα. Εκτιμάται ότι συνολικά σκηνοθέτησε 531 ταινίες από το 1896 μέχρι το 1914, διάρκειας από ένα έως σαράντα λεπτά.
Χαρακτηριστική σκηνή από την ταινία Ταξίδι στη Σελήνη (1902)
Το 1897 σκηνοθέτησε και γύρισε ταινίες μικρού μήκους με θέμα την Ελλάδα, όπως η Ναυμαχία στην Ελλάδα και Σφαγές στην Κρήτη.
Το 1913, η κινηματογραφική εταιρεία που είχε ιδρύσει πτώχευσε, γεγονός που τον απομάκρυνε από τον χώρο του κινηματογράφου ενώ μεγάλο μέρος των έργων του καταστράφηκε. Η συνεισφορά του επανεκτιμήθηκε αργότερα από την ομάδα των υπερρεαλιστών ενώ το 1931 του απονεμήθηκε το Βραβείο της Λεγεώνας της Τιμής. Πέθανε το 1938 στο Παρίσι.
Από το 1946 έχει θεσμοθετηθεί στη Γαλλία η ετήσια απονομή του Βραβείου Μελιές για την καλύτερη γαλλική κινηματογραφική παραγωγή.
ένας ορισμός του βίντεο
Βίντεο (video) είναι ένα ηλεκτρονικό μέσο για την εγγραφή, αντιγραφή και μετάδοση κινούμενων οπτικών εικόνων.
Ιστορία
Η τεχνολογία του βίντεο δημιουργήθηκε από τον Τσαρλς Γκίνσμπουργκ (Charles Ginsburg) και την ερευνητική ομάδα της εταιρίας Ampex, την οποία αυτός ηγούνταν, όπου ανέπτυξαν την πρώτη πρακτική συσκευή εγγραφής βιντεοταινίας(video tape recorder (VTR)). Το 1951 η πρώτη συσκευή εγγραφής βιντεοταινίας συνέλαβε ζωντανή εικόνα από κάμερα τηλεόρασης, με μετατροπή των ηλεκτρικών παλμών της και σώζοντας την πληροφορία αυτή στη μαγνητική βιντεοταινία.
Το 1971 η εταιρία Sony άρχισε να πωλεί εγγραφείς βιντεοκασέτας (VCR) στο κοινό.[1] Η είσοδος του βίντεο στους οικιακούς καταναλωτές δημιούργησε μια περίοδο έντονου ανταγωνισμού, για ασύμβατα μεταξύ τους μοντέλα, για το καταναλωτικού επιπέδου αναλογικό βίντεο με βιντεοκασέτα καθώς και τις συσκευές εγγραφής βιντεοκασέτας (VCR), στο τέλος του 1970 και του 1980, κυρίως μεταξύ των φορμά Betamax και VHS. Το VHS τελικά αναδείχθηκε ως το κατεξοχήν φορμά.[2]
Μετά την εφεύρεση του DVD το 1997 και του Blu-ray το 2006, σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των υπολογιστών, έκαναν τις πωλήσεις της βιντεοκασέτας και των συσκευών εγγραφής αυτής, να πέσουν κατακόρυφα.
inFORM, μια διαδραστική εφρμογή από το MIT Media Lab
At the MIT Media Lab, the Tangible Media Group believes the future of computing is tactile. Unveiled today, the inFORM is MIT's new scrying pool for imagining the interfaces of tomorrow. Almost like a table of living clay, the inFORM is a surface that three-dimensionally changes shape, allowing users to not only interact with digital content in meatspace, but even hold hands with a person hundreds of miles away. And that's only the beginning.
Created by Daniel Leithinger and Sean Follmer and overseen by Professor Hiroshi Ishii, the technology behind the inFORM isn't that hard to understand. It's basically a fancy Pinscreen, one of those executive desk toys that allows you to create a rough 3-D model of an object by pressing it into a bed of flattened pins. With inFORM, each of those "pins" is connected to a motor controlled by a nearby laptop, which can not only move the pins to render digital content physically, but can also register real-life objects interacting with its surface thanks to the sensors of a hacked Microsoft Kinect.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)